Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011

ζωή (;)






Στη χώρα μου είμαι σε χώρα μακρινή
γελάω κλαίγοντας, χωρίς ελπίδα περιμένω
διασκεδάζω χωρίς ευχαρίστηση καμιά
είμαι δυνατός, αλλά δύναμη δεν έχω
ούτ' εξουσία
τίποτα δε μου ανήκει:
η αβεβαιότητα είναι η μόνη μου περιουσία.
Κερδίζω σε όλα κι όμως χαμένος παραμένω.
Όταν ξημερώνει στον Θεό λέω καληνύχτα
κι όταν ξαπλώνω, φοβάμαι πως θα πέσω.
Francois Villon, Ballade (1460;)


Συγχώρα με αλλά αδυνατώ να καταλάβω όλο αυτό που λέμε ζωή.

Δεν καταλαβαίνω τους κανόνες της· αν υπάρχουν για να τους παραβιάζεις ή να τους σέβεσαι. Αδυνατώ να καταλάβω τι είναι σωστό και τι λάθος· πότε πρέπει να επιμένεις και πότε να τα παρατάς, ποιον και κυριώς πώς πρέπει να αγαπάς.

Σε παρακαλώ εξήγησέ μου:

Τα ελαττώματά μου πρέπει να τα αποδεχτώ ή με κόπο να τα αλλάξω;

Ελπίζω εσύ να μη μου δώσεις αυτή την ηλίθια απάντηση· μη μου πεις να είμαι ο εαυτός μου, να μείνω όπως είμαι· ο Δεληβοριάς θα σε αποστομώσει λέγοντας σου ότι «όσοι μου λένε φίλε όπως είσαι μείνε / είναι όσοι χάψαν τον αντικατοπτρισμό»

Ξέρεις όλα μου φαίνονται μάταια, ανούσια.

Το μόνο που κάνω είναι να κάθομαι στον ήλιο και να κλείνω τα μάτια· νιώθω τη σκιά των δέντρων στα βλέφαρά μου και προσπαθώ να ζεσταθώ· αυτές τις μέρες κρυώνω και νιώθω μια συνεχή ρίγη να με διαπερνάει· βρίσκομαι μέσα σ' ένα δαιδαλώδη λαβύρινθο, χαμένη στη μετάφραση και την αποκωδικοποίηση των σοφών αποφθεγμάτων του πολιτισμού μας. Και όλοι οι άλλοι γύρω μου μοιάζουν να ξέρουν κάτι που εμένα μου διαφεύγει· τραγουδάνε το sexy and i know it και γελάνε, χορεύουν, ερωτεύονται.

Δεν ξέρω φίλε αναγνώστη. Ειλικρινά δεν ξέρω.

Τρίτη 31 Μαΐου 2011

Κυριακή 8 Μαΐου 2011





''...Και όταν η Μπίμπι έλεγε πως ήθελε να κατακτήσει το Μανχάτταν, εγώ σκεφτόμουν πως δεν ήθελα να κατακτήσω τίποτα, ήθελα μονάχα να δω όλες τις χώρες του κόσμου και να γίνω εκστατικά ευτυχισμένη. Εκστατικά ευτυχισμένη μαζί και δίπλα και απέναντι σε ένα αγόρι. Δεν ήθελα να τον παντρευτώ, ούτε ήθελα να είναι πλούσιος- ήθελα μόνο να με κάνει να γελάω και να ξέρει τα αγαπημένα μου τραγούδια και να φιλάει ωραία και να θέλει κι αυτός να δει τον κόσμο. Κι όλ' αυτά ήταν δυσκολότερα από το να κατακτήσει κανείς το Μανχάτταν- όμως τότε δεν το ήξερα. Δεν είχα ιδέα...''

Απόσπασμα από το ''Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης'', της Σώτης Τριανταφύλλου

Πέμπτη 10 Μαρτίου 2011

να ξέρεις στο όνομά μου δε γυρνάω...









Μοιάζει περίεργο αυτό που θα σου πω
με το όνομα μου δεν λέω να συμβιβαστώ
είναι που εμπνέει λανθασμένη εικόνα
που μ' αναγκάζει να στέκομαι όρθια, κολώνα
στις κρίσιμες στιγμές τη ζωής μου

έτσι κι αλλιώς δεν τις αντέχω τις ταμπέλες
μα να που μου αποδώσανε μια από μωρό
μη με αφήνοντας να κάνω τις δικές μου τρέλες
την επικυρώσανε με νόμο και νονό
με είπανε σαν μια αγία μιας εποχής αδιάφορης.

Κι ίσως να μοιάζει πρακτικό
και να εξυπηρετεί κάποιους σκοπούς
δε λέω, τους δικαιολογώ
μα με εντάσσουν στους κοινούς
σκοτώνουν το δικό μου ξεχωριστό

δεν την αντέχω την αδικία
να αποφασίζουν άλλοι για μένα
και να μου δίνουν μια ονομασία
αδιαφορώντας για τα δικά μου απωθημένα

Όντας λοιπόν ειλικρινής
το ξεκαθάρισα
πες με ό, τι άλλο επιθυμείς
εκτός απ' το όνομά μου
φώναξε έστω κοπελιά
να ξέρεις στο όνομά μου δε γυρνάω
είναι άλλη μια παραξενιά
σε τετελεσμένα γεγονότα να κολλάω

αν θες λοιπόν να μ' αγαπάς
βάλε στην άκρη την ταυτότητά μου
κάνε πως όλα τα ξεχνάς
ακολούθα τα βήματά μου

και σε παρακαλώ πολύ
ποτέ, ποτέ, ποτέ
μη φωνάξεις το όνομά μου


γιατί τότε ξέρω ότι θα το αγαπήσω...





Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

φοβάμαι.





''Μα θα μ' αφήσουν μετά. Θα μα' αφήσουν όπως πάντα μετά''.

ΔΕ θέλω να μ' αφήσουν μ' ακούς; Δε θέλω ούτε να αφεθούν μόνοι τους.

Ξύπνησα σήμερα και όλο το δωμάτιο θύμιζε το χθες. Τη χθεσινή μέρα. Η οποία είχε το potential να εξελιχθεί σε μια από τις ωραιότερες τις ζωής μου.Αλλά άμα δεν είναι γραφτό, δεν είναι. Άμα υπάρχουν ανοιχτοί λογαριασμοί, ανοιχτές πληγές δεν είναι.
Και έχουν περάσει σχεδόν 24 ώρες και τα μέλη μου ακόμα δεν έχουν χαλαρώσει. Ζουν και αναπνέουν σε ένα γαλαξία έντασης. Από αυτή την ένταση που αδύναμοι χαρακτήρες σαν και μένα δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν (παρά μόνο με κλάμα).

Και βλέπω τοίχο.
Αδιέξοδο.
Και δε βλέπω έξοδο κινδύνου.
Και φοβάμαι όσο ποτέ άλλοτε στη ζωή μου.
Είμαι ανίκανη. Ανίκανη να σώσω την κατάσταση, να σώσω τους σχοινοβάτες μου.
Και έχω τύψεις.
Γιατί έχω αυτό το καταραμένο το χάρισμα ,να καταλαβαίνω απόλυτα και τις δύο πλευρές .
Και του θύματος και του θύτη.
Και να τις δικαιολογώ, να βρίσκω άλλοθι, να επικαλούμαι καταστάσεις, προθέσεις.
Όμως αυτή τη φορά δεν μπορώ να βγάλω την ετυμηγορία μου. 
Δεν υπάρχει ούτε θύμα ούτε θύτης.
Υπάρχουν μόνο δυο άνθρωποι που αγαπάω όσο τίποτα άλλο στη ζωή μου.
Φαινομενικά δεν είμαι εγώ στο μάτι του κυκλώνα. Ουσιαστικά όμως είμαι.
Στο ξαναλέω φοβάμαι.
Φοβάμαι για εκείνους και μιας και είμαι εγωίστρια φοβάμαι και για μένα.
Και βασικά φοβάμαι για μας.
Και αν σε κάτι μπορώ να ελπίζω είναι στο να έχει δίκιο η Πρωτοψάλτη.

''δε χωρίζουν όμως έτσι οι ζωές των ανθρώπων που αγαπήθηκαν με τόσο κόπο...''



Σάββατο 22 Ιανουαρίου 2011

θέλω.






Αυτό δεν το γράφω τόσο για σένα, όσο για μένα -δεν πα να μπήκε το 11, εγώ κλασσικά παραμένω εγωίστρια. 
Και το γράφω που λες για μένα. Ώστε όταν φτάσω στα 20, στα 30, στα 40, στα 50, να υπάρχει αυτό το μπλογκ, αυτή η δημοσίευση, να μου θυμίζει όταν πια θα έχω καταντήσει μια μίζερη, βολεμένη κυριούλα, ότι κάποτε, όταν όλα τα έβλεπα διαφορετικά, όταν το αίμα μου έβραζε, όταν οι 24 ώρες μου έμοιαζαν ελάχιστες, όταν κόσμος μου φαινόταν μικρός, έκανα όνειρα. Όνειρα υπερπαραγωγές. Όμορφα όνειρα, που άξιζαν να πραγματοποιηθούν. Και ήδη με φαντάζομαι ξαπλωμένη σε μια πολυθρόνα να συλλογίζομαι: ''όλη μου η ζωή τα όνειρα που δεν πρόλαβα, δεν έτυχε, δεν μπόρεσα να πραγματοποιήσω''. Το τελευταίο το πιο ειρωνικό από όλα. ''Δεν μπόρεσα'' ! Ακόμα και στα σαράντα , μου φαίνεται ότι θα κρύβομαι πίσω από το δάχτυλό μου. Φυσικά και θα μπορούσα να είχα μπορέσει. Φυσικά. Απλά δεν ήθελα. Ή μάλλον δεν ήθελα αρκετά.


Όλα αυτά είναι υποθέσεις, Πάντως τώρα στα 15 μου χρόνια (σε 4 μήνες 16) θ έ λ ω!
Θέλω πολύ. 
Για πολύ. 
Θέλω τα πάντα. 
Για πάντα. 
Θέλω να ταξιδέψω. 
Παντού.
Θέλω να ζήσω και να νιώσω τον παλμό μεγάλων, μυθικών πόλεων.
Να βολτάρω σε πάρκα, σε πλατείες, σε σοκάκια.
Να διασχίσω γέφυρες, λεωφόρους, αυτοκινητοδρόμους.
Να μπω σε τρένα, σε βαπόρια, σε αμάξια, σε αεροπλάνα.
Θέλω να γνωρίσω ανθρώπους. Πολλούς και διαφορετικούς. Ανθρώπους που να δίνονται. Ειλικρινείς, ψεύτες, γενναίους, δειλούς, ντροπαλούς, κοινωνικούς, αντιδραστικούς, επαναστάτες, μίζερους, δυστυχισμένους, ευτυχισμένους...
Θέλω να διαβάσω χιλιάδες βιβλία, να δω εκατομμύρια ταινίες, να χορέψω μέχρι τελικής πτώσης στη βροχή, στο χιόνι, στο χαλάζι.
Θέλω να ερωτευτώ, να αγαπήσω, να λατρέψω, να μισήσω, να προδώσω, να εμπιστευτώ.
''Θέλω να σου χαρίσω αυτό που δεν τελειώνει''.
Θέλω να θυμάμαι. Να μην ξεχνάω.
Θέλω να είμαι εγώ.


Θέλω να γίνω κάποτε -έστω και στιγμιαία- εκστατικά ευτυχισμένη.


Για όλα φταίει σώτη τριανταφύλλου και η nameless ηρωίδα της, στο ''σάβββατο βράδυ στην άκρη της πόλης''. Και φυσικά φταίει και η καινούρια χρονιά που με κάνει να ελπίζω.
συμπέρασμα:  put the blame on them, αγαπητέ αναγνώστη.



Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010









γιατί να μην μπορώ
να υπερασπιστώ
ό, τι αγαπάω;
παγώνουνε τα μέλη μου,
ιδρώνουνε τα άκρα μου
και νιώθω να πονάω.
οι λέξεις κοκαλώνουνε,
καμιά μαχητικότητα
υποχώρηση αδέλφια,
υποχώρηση.

γιατί να μην μπορώ
να γιορτάσω αναπόσπαστη
τις νίκες μου;
μικρές, ταπεινές
των πολεμιστών μου
οι κατακτήσεις.
αλλά αληθινές
ή τουλάχιστον
αληθοφανείς.

γιατί για κάθε βήμα μου
να διχάζομαι
σε δύο και σε τρεις εαυτούς;
κουβάρι το μυαλό μου,
κουρέλι η καρδιά μου
ανίκανα,
μονοπάτια ζωής
ή ονείρου να επιλέξουν.

γιατί να με σπαράζουνε
συνθήκες, άλλοθι, προθέσεις
και να με εμποδίζουνε
την ετυμηγορία μου να βγάλω;

γιατί την κάθε μου ήττα
να μου τη χρεώνω διπλά, τριπλά;
φορτίο ασήκωτο
στις ασθενικές μου πλάτες

γιατί με ζήλεια να κοιτάζω
τους ικανοποιημένους;
τους όμορφους συμμάχους
του εαυτού τους.
που με συνθήκες
-άγνωστες σε μένα
κατέληξαν στην ειρήνη,
στην γαλήνη
και πιθανόν- που ξέρεις;
στην ευτυχία.

γιατί να μην ανήκω πουθενά
και να φοβάμαι να ενταχθώ
σε ένα σύνολο;
να τρέμω να μου λένε αποφασιστικά
''αυτό είσαι!''
βλέπεις
δεν έχω χώρο, ούτε αντοχές
να κουβαλάω
-συχνά άστοχες και άδικες
ταμπέλες
ανελέητων δικαστών

γιατί να αδυνατώ να ξεχωρίσω
τι να αποδεχτώ
και τι να αλλάξω;

γιατί να μην είμαι μια άσπρη,
τραχιά πέτρα
ενταγμένη, εναρμνισμένη
με το άγριο τοπίο;


γιατί να βασανίζομαι;


Έλα τώρα που νόμιζες ότι θα σε άφηνα έτσι, αγαπητέ αναγνώστη! Είπαμε. Τα αγαπάω τα κλισέ, θα άφηνα το 2010 να φύγει χωρίς να κάνω τον απολογισμό μου;
Ολόψυχα σου εύχομαι καλή χρονιά και ... ευτυχισμένος ο καινούριος χρόνος(γιατί να μην το πω, αφού το εννοώ ; )