Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

κόκκινος θυμός.








Δύο λέξεις ήταν αρκετές για να πυροδοτήσουν την έκρηξη.


Δεν την αντέχω την αδικία. Γενικά, είμαι ανεχτική, αλλά εσένα αδικία δε σε δέχομαι. Ειδικά όταν τα βάζεις προσωπικά μαζί μου.


Ο θυμός είναι ένα περίεργο συναίσθημα. Είναι ένα ορμητικό ρεύμα που ξεκινάει από τις άκρες των ποδιών και εξαπλώνεται σιγά σιγά σε κάθε γωνία του σώματος μέχρι που φτάνει στο πρόσωπο. Και επειδή η μύτη και το στόμα δεν αρκούν για τον απελευθερώσουν, αυτό το τεράστιο ορμητικό ρεύμα μετατρέπεται -σχεδόν μαγικά- σε αλμυρές σταγόνες που πηγάζουν απ' τα μάτια και κάποιος, κάποτε τις ονόμασε δάκρυα.


Και τα δάκρυα κυλούν. Και το σώμα τρέμει. Και τα μάτια κοκκινίζουν. Και το κεφάλι πάει να σπάσει.


Τι δειλή που είμαι αλήθεια;


Και κει που παράνομα, γεμάτη αυθάδεια πάει να εισέλθει μέσα μου μια πιθανότητα συγχώρεσης, τη διώχνω βίαια, σχεδόν αμέσως. Το -όλα-πάνε-καλά-δεν-υπάρχει-πρόβλημα-κανένα βλέμμα σου με πείθει ότι κάνω το σωστό. Και μετά θυμός. Κόκκινος. Πνίγομαι...

 
Ας μου εγγυηθεί κάποιος ότι είναι η τελευταία φορά που βρίσκομαι σ' αυτή την κατάσταση. Ότι όλο αυτό θα περάσει. Και ότι δε θα είναι πολύ αργά. Ότι θα προλάβω.


Ο μεγαλύτερός μου φόβος να χάσω το τρένο...


Και αν κάπου κατέλειξα αυτές τις λίγες ώρες, είναι πως κρίμα που δεν έχουμε όλοι την πολυτέλεια να εκφράζουμε το θυμό μας σπάζοντας τζάμια και βιτρίνες. Κρίμα και άδικο.


Και κάτι άλλο. Για όλα φταις εσύ. Εσύ. Ακόμα και για την τρύπα του όζοντος.

Σάββατο 6 Νοεμβρίου 2010

όμορφα.




Γράφω για να μην προλάβεις και γράψεις εσύ πρώτος. Γράφω για να σου πω μια καλησπέρα. Μα κυρίως- ποιον κοροϊδεύω;- γράφω για το ''όμορφα'' που μου ευχήθηκες κάποτε. Για το ''όμορφα'' που φοράς στην όψη, σε κάθε νοητή μου συνάντηση μαζί σου. Για το ''όμορφα'' που αγαπάς τόσο και που μέσα στο οποίο -εγωιστικά, αθόρυβα, εν αγνοία σου- τρύπωσα και γω μέσα μια μέρα που είχε κρύο. Στο δικό σου ''όμορφα''. Και αν θες να ξέρεις το αγάπησα και γω. Το ''όμορφα''.

Το ''όμορφα'' είναι η αρχή μιας αόριστης γνωριμίας. Μεταξύ αγνώστων. Μιας συνάντησης που δεν έγινε. Μεταξύ εμένα και εσένα. Μια αφορμή ήταν το ''όμορφα''. Μια αφορμή για να εισέλθω στον κόσμο σου. Το ''σουσάμι άνοιξε'' του θησαυρού. Του δικού σου και του ''όμορφα''. Του θησαυρού της ψυχής σου. Του είναι σου, που με' χει κάνει σκλάβα του. Σκιά της σκιάς σου.

Το ''όμορφα'' είναι όλα κι όλα ό, τι μας ενώνει. Ότι ενώνει εμένα με σένα για να ακριβολογούμε. Γιατί εσύ είπαμε, αγνοείς. Αγνοείς την ύπαρξή μου. Η άγνοιά σου, το κοινό μας ''όμορφα''. Και δε φταις εσύ γι' αυτό. Προς Θεού. Δε σε φορτώνω με ψεύτικες κατηγορίες. Ποτέ δε θα το έκανα αυτό στο ''όμορφά'' μας. Σου είπα, το αγαπάω.

Εν αγνοία σου παγιδεύτηκα στη ζωή σου. Κινούμενη άμμος εσύ και γω να βυθίζομαι μαζί με σένα και το ''όμορφα'', το παιδί μας. Και δεν ένιωθα μόνη μαζί σας. Κι ας έλειπε η ψυχή της παρέας, η σάρκα. Το ''όμορφα'' ήταν η καλύτερη αόρατη συντροφιά που θα μπορούσα να έχω. Μετά από σένα βέβαια.

Όλη μου η ζωή ορίζεται απ' το ''όμορφα''. Προ Χριστού, μετά Χριστόν. Προ ''όμορφα'', μετά ''όμορφα''. Όμως εσύ παραμένεις ψευδαίσθηση. Μόνο κάποιες φορές παρασύρομαι από τυπωμένα χαρτιά με ποιήματά σου και πιστεύω ότι για δευτερόλεπτα ζωντανεύεις. Και τα μάτια σου λάμπουν και με κοιτάζουν. Κι όμως ψευδαίσθηση παραμένεις. Εν αγνοία σου πάντα.

Και γω η δειλή αρκέστηκα στο ''όμορφα''. Από μικρή αγαπούσα τα απλά πράγματα. Δεν μου περνούσε απ' το μυαλό πως θα μπορούσα να χα κι άλλα, πολλά. Όχι. Το ''όμορφα'' μου αρκούσε. Και ήταν βράδια που το παρακαλούσα να μας φέρει μαζί. Μαζί! Δεν γνωρίζει μαζί το ''όμορφα'', άγνωστη λέξη , δε βρίσκεται στο λεξιλόγιό του. Και έμενα εγώ στην άμμο , παρέα με τα φαντάσματά σας. Το δικό σου και του ''όμορφα''.

Τι ωραία που ήταν η πρώτη φορά που αντανακλάστηκε η φλόγα σου πάνω στο ''όμορφα'' της οθόνης. Φλόγα κόκκινη που μ' έκαψε.
Α, δε σου' πα! Αγόρασα και κόκκινο κασκόλ. Κατακόκκινο. Να σε τυλίγω γύρω απ' το λαιμό μου, να με ζεσταίνεις...
Και γω η χαζή να μένω με την ψευδαίσθηση πως όλα είναι  ''όμορφα''.

Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010

αγώνας.







Και κει που νομίζεις πως τα πάντα μέσα σου έχουν παγώσει, έρχεται ένας αγώνας να σε βγάλει απ' το λήθαργο και να σου θυμίσει ότι ''ψιτ κοπελιά'', μπορείς ακόμα να γελάσεις, να κλάψεις, να χοροπηδήσεις από χαρά, να εκνευριστείς, να νιώσεις, να ζήσεις. ''Ένας αγώνας ;''- παραξενεύεσαι. Ναι, ένας αγώνας όπου παίρνεις και συ μέρος και δεν είσαι ένας αμέτοχος (τηλε)θεατής. Με τον ιδρώτα να στάζει, τις αισθήσεις όλες σε εγρίγωρση, τα πόδια να τρέμουν απ' την αγωνία και τη θέληση προσπαθείς να δώσεις το καλύτερο. Για σένα. Για την ομάδα. Παρατηρείς την αντίπαλη πλευρά. Πανηγυρίζεις σε κάθε πόντο. Κάνεις αυθόρμητα περίεργες γκριμάτσες που δεν ταιριάζουν με το χαμηλών τόνων προφίλ σου.Ουρλιάζεις σε μια προσπάθεια να εκτονώσεις τα νεύρα σου. Τρέχεις και άλοτε πετυχαίνεις, άλοτε όχι. Βρίζεσαι, αγκαλιάζεσαι, φιλιέσαι. Νιώθεις άνθρωπος που ΝΑΙ, επιτέλους ζεις τη στιγμή και δε νοιάζεσαι πια για το τίμημα. Κάθε σου ανάσα παίρνει αξία μόνο και μόνο επειδή ζεις και τι περίεργο;- το ευχαριστιέσαι! Και ας εξελίχθηκε το παιχνίδι σε ντέρμπι. Κι ας άρχισαν σιγά σιγά τα πρόσωπα όλων να θαμπώνουν. Και ας μην άκουγες τίποτα. Κι ας πλακώθηκες με τις συμπαίκτριές σου . Και ας είδες τους απέναντι να πανηγυρίζουν τη νίκη . Εσύ το ευχαριστήθηκες. Με όλο σου το είναι.
 Και θες να ευχαριστήσεις τον αγώνα που σου θύμισε ότι τον μηχανισμό τον έχεις ,απλά πρέπει πού και πού να πατάς και το ΟΝ( ίσως και να αλλάζεις καμιά μπαταρία...)